Παρασκευή 16 Μαΐου 2014

τίποτα σπουδαίο

τίποτα σπουδαίο


Στην Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι
που μας τριγυρίζει ανελέητα εγώ ζω ,
Αυτή ...
που κάθεται επάνω μας όπως  η σκόνη του δρόμου
τις ώρες που περπατάμε αμέριμνα κι ακούμε τον
μονότονο ήχο ν΄ αντηχεί από τα μισολυωμένα  τακούνια
των παπουτσιών μας , τότε που κοιτάμε για ένα
κομμάτι ουρανό και μόλις που διακρίνουμε ένα γκρίζο σύννεφο
μια γωνίτσα  άφταστης ελπίδας
Εκεί ...
στην άκρη των μπαλκονιών που κρέμονται γύρω μας
σαν τσαμπιά σταφύλια γεμάτα από παλιές ντουλάπες,
ξεχαρβαλωμένες παπουτσοθήκες, λερωμένες σφουγγαρίστρες
που σαπίζουν μέσα στα λασπόνερα των κουβάδων και
κάτι ασθενικά λουλούδια ... ήταν κάποτε λουλούδια,
τώρα κι αυτά ακολουθούν τους ρυθμούς μας πεθαίνοντας
κάτω από ένα βρώμικο ουρανό την ώρα που χανόμαστε
μέσα στον εικονικό μας κόσμο και αφήνουμε το μουντό
ξεθωριασμένο χρώμα της καθημερινοτητάς μας να μας τριγυρίζει
Την ώρα ...
 που αλλάζουμε  όνομα,  γένος,  ζωή,  την ώρα που
ντυνόμαστε  το λαμπερό μας ρούχο  και αναλαμβάνουμε
του πρωταγωνιστή  τον ρόλο , θλιβερά  απομεινάρια
γινόμαστε στον κόσμο που έπλασαν άλλοι για εμάς
και εκεί σ΄ αυτόν ξεμείναμε να υποκρινόμαστε εσύ  
τον Μέγα Αλέξανδρο,  εγώ την Βασίλισσα , εκείνη  την Σουλτάνα,
αυτός  τον Πειρατή , εκείνος τον Μέντορα ,
η άλλη  την Αλίκη στην χώρα των θαυμάτων.
Η μαγεία του ρόλου μας με νύχια κοφτερά να μας αρπάζει
κι έτσι να ξεχνάμε το λερωμένο κομμάτι τ΄ ουρανού μας
και  το σκυλί που γαβγίζει  στο διπλανό μπαλκόνι,
αυτόν που στο κρεββάτι σου ροχαλίζει, εκείνη που σε περιμένει
κάθε μεσημέρι φορώντας τα κουρέλια της
και μ΄ ένα πιάτο ζεστό φαΐ στα χέρια,  το μωρό που πεινασμένο
φωνάζει στον επάνω όροφο ... ξεχάσαμε τον δήμιο
που  στον σβέρκο μας το γιαταγάνι του δοκιμάζει
και το όραμα που αίμα τρέχει δείχνει πως η ώρα της εκτέλεσης
πλησίασε κι όμως


Σε αυτή ...
στην Ελαφρότητα του Είναι μου εγώ παραμένω
και τον άλλο μου εαυτό Αυτόν τον Άγνωστο σου χαρίζω
και πίσω από την οθόνη μου με μάτια θολά
την μορφή σου όπως θέλω ζωγραφίζω.

Levina

Έρωτας τάχα...


Έρωτας τάχα...  

Έρωτας τάχα να είν’ αυτό  
που έτσι με κάνει να ποθώ  
τη συντροφιά σου,  
που σα βραδιάζει, τριγυρνώ 
 τα φωτισμένα για να ιδώ  
παράθυρά σου;  

Έρωτας να ειν’ η σιωπή  
που όταν σε βλέπω, μου το κλείνει  
σφιχτά το στόμα,  
που κι όταν μείνω μοναχή,  
στέκω βουβή κι εκστατική  
ώρες ακόμα;  

Έρωτας να είναι ή συφορά,  
με κάποιου αγγέλου τα φτερά  
που έχει φορέσει,  
κι έρχεται ακόμη μια φορά  
με τέτοια δώρα τρυφερά  
να με πλανέσει;  
Μα ό,τι και να’ναι το ποθώ,  
και καλώς να’ ρθει το κακό  
που είν’ από σένα.  
θα γίνει υπέρτατο αγαθό,  
στα πόδια σου αν θα σωριαστώ  
τ’ αγαπημένα…(Θεώνη Δρακοπούλου-Παππά
 άλλως Μυρτιώτισσα)




Βιτσέντζος Κορνάρος
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ

Aνάθεμα τον Έρωτα με τα καλά τά κάνει,  
και πώς κομπώνει και γελά τη φρόνεψιν, και σφάνει!  
Σ' πόσ' άδικα, σ' πόσ' άπρεπα τον άνθρωπο μπερδαίνει,  
κι οπού τον έχει για κριτήν, εις ίντα σφάλμα μπαίνει!  
Πόσοι Aφεντόπουλοι όμορφοι ήσαν εκεί στη μέση,  
και μόνον ο Pωτόκριτος της Aρετής αρέσει.  
Kαι δε θωρεί πλιό στα ψηλά, μα χαμηλά ξαμώνει,  
και με μαγνιά τα μάτια τση, κι αράχνην τα κουκλώνει.  
Kαι να ξανοίξει δεν μπορεί, εις το καλό να πάγει,  
μα εις τό τη βλάφτει προθυμά, γιατί η καρδιά τση εσφάγη. 

Rainer Maria Rilke - Σ'αγαπω σε μεταφραση Κωστη Παλαμα

Κλείσε τα μάτια μου
μπορώ να σε κοιτάζω
Τ' αυτιά μου σφράγισ' τα
να σ' ακούσω μπορώ

Χωρίς τα πόδια μου μπορώ να 'ρθώ σ' εσένα
και δίχως στόμα θα μπορώ να σε παρακαλώ
Χωρίς τα χέρια μου μπορώ να σ' αγκαλιάσω
σαν να 'χα χέρια όμοια καλά με την καρδιά
Σταμάτησέ μου την καρδιά και θα καρδιοχτυπώ με το κεφάλι-
Κι αν κάνεις το κεφάλι μου συντρίμμια στάχτη
εγώ μέσα στο αίμα μου θα σ' έχω πάλι.



Bolero { Julio Cortázar}

Qué vanidad imaginar 

que puedo darte todo, el amor y la dicha,

 
itinerarios, música, juguetes.

 
Es cierto que es así:

 
todo lo mío te lo doy, es cierto,


pero todo lo mío no te basta


como a mí no me basta que me des


todo lo tuyo.



Por eso no seremos nunca


la pareja perfecta, la tarjeta postal,


si no somos capaces de aceptar


que sólo en la aritmética


el dos nace del uno más el uno.

Por ahí un papelito 


que solamente dice:

Siempre fuiste mi espejo,


quiero decir que para verme tenía que mirarte


Bolero { Julio Cortázar}

 Πόση ματαιοδοξία, σαν φανταζόμουν

πως τα πάντα εγώ μπορώ να σου τα δώσω:


την αγάπη και την ευτυχία,


οδηγίες και μουσική και παίξιμο

.
Ένα είναι βέβαιο:


καθετί δικό μου σου το δίνω, να 'σαι βέβαιη.


μόνο που, ό,τι και να σου δώσω, δε σου αρκεί,


όπως κι εμένα δε μου αρκεί


ό,τι δικό σου κι αν μου δώσεις.




Γι' αυτό, ποτέ δε θα γίνουμε

το ζευγάρι το άψογο, η μία και αυτή καρτ


ποστάλ,


αν δεν είμαστε σε θέση να παραδεχτούμε


ότι μόνο στην αριθμητική


ένα κι ένα κάνει δύο.


Έτσι, αρκεί ένα ραβασάκι



που απλά και μόνο γράφει:



Πάντα υπήρξες ο καθρέφτης μου∙



θέλω να πω, για να δω εμένα, έπρεπε εσένα να



 κοιτάζω.






Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ΄ αγάπησες 
-Μαρία Πολυδούρη


Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες
σε περασμένα χρόνια.

Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι’ αυτό είμαι σαν κρίνο ολάνοιχτο
κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάει
είδα τη λυγερή σκιά μου ως όνειρο
να παίζει, να πονάει,
μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες.

Γιατί, μόνο γιατί σε `σεναν άρεσε
γι’ αυτό έμειν’ ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ’ ακολουθούσες όπου πήγαινα
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Μόνο γιατί σε `σεναν άρεσε.

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.



Ανδρέας Τσιάκος
Ο έρωτας είμαι
Aπ' το πουθενά πλησιάζει, συστήνεται σαν πόνος και ενοικιάζει το καλύτερο δωμάτιο του εγκεφάλου μου, -σκόνη είναι παγιδευμένη στη γωνία, κύκνος και θάνατος αργός, έχει τη γεύση κάποιου γλυκού, 
μη με ρωτάς τι γλυκό, έχω ξεχάσει αυτή την αίσθηση, λειτουργώ μόνο με το συναίσθημα-, αφήνει προκαταβολή δυο νοίκια μπροστά, δεν έχει οικογένεια μόνο μια τσάντα αλλαξιές για τα σαββατοκύριακα, φορά μαύρα κάτι θα πενθεί νομίζω δεν είμαι σίγουρος, 
κρατά στα χέρια του ρίζες, μια γλάστρα πλαστική και ένα ξύλινο παράθυρο δίχως τζάμια, δεν μιλά, ωραία λέω, ήσυχος φαίνεται, του δίνω τα κλειδιά, τον ξανακοιτώ, 
κάποιον μου θυμίζει, δεν βαριέσαι λέω, λάθος θα κάνω, αποκλείεται να 'ναι αυτός που πιστεύω, παίρνει τα κλειδιά λίγο βιαστικά, ανοίγει την πόρτα, πριν μπει στο δωμάτιο τον ακούω να ψιθυρίζει,
 κάτι σαν τραγούδι έμοιαζε, σκέφτηκα τι είδους πόνος είναι αυτός που τραγουδά, αλλά πάλι το τραγούδι είναι κι αυτό ένας πόνος , 
ένα μοναχικό παιχνίδι στην τράπουλα του χρόνου, το τραγούδι  απαλύνει τον πόνο, στην έσχατη περίπτωση σε συμφιλιώνει με τον πόνο,
 για δες τώρα μήπως θέλει να γίνουμε φίλοι και μου το λέει έτσι γιατί ντρέπεται,
αλλά θα τρελαθώ, πόνος και να ντρέπεται δεν υπάρχει, κάνω μια κίνηση να του μιλήσω, γυρίζει σαν να κατάλαβε τι σκεφτόμουνα και μου λέει: 
- «...ο έρωτας είμαι...»!

Δεκέμβρης 1903 (Κ.Π .Καβάφης )Kι αν για τον έρωτά μου δεν μπορώ να πω
αν δε μιλώ για τα μαλλιά σου, για τα χείλη, για τα μάτια·
όμως το πρόσωπό σου που κρατώ μες στη ψυχή μου, 
ο ήχος της φωνής σου που κρατάω μες στο μυαλό μου, 
ημέρες του Σεπτέμβρη που ανατέλλουν στα όνειρά μου
τις λέξεις και τις φράσεις μου πλάθουν και χρωματίζουν
σ’ όποιο θέμα κι άν περνώ, όποια ιδέα κι αν λέγω 
Στίχοι:  
Ναπολέων Λαπαθιώτης
Μουσική:  
Νίκος Ξυδάκης
1.Ελευθερία Αρβανιτάκη -Ερωτικό
Καημός αλήθεια να περνώ του έρωτα πάλι το στενό ώσπου να πέσει η σκοτεινιά μια μέρα του θανάτου. Στενό βαθύ και θλιβερό που θα θυμάμαι για καιρό τι μου στοιχίζει στην καρδιά το ξαναπέρασμά του. Ας είν’ ωστόσο, τι ωφελεί γυρεύω πάντα το φιλί στερνό φιλί, πρώτο φιλί και με λαχτάρα πόση.
 Γυρεύω πάντα το φιλί αχ, καρδιά μου που μου το ‘τάξανε πολλοί κι όμως δεν μπόρεσε κανείς ποτέ να μου το δώσει.
 Ίσως μια μέρα όταν χαθώ γυρνώντας πάλι στο βυθό και με τη νύχτα μυστικά γίνουμε πάλι ταίρι Αυτό το ανεύρετο φιλί που το λαχτάρησα πολύ σαν μια παλιά της οφειλή να μου το ξαναφέρει.

Τὸ παραμύθι ἑνὸς ραγισμένου ἔρωτα

Μενέλαος Λουντέμης

 Μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρό,
ἦταν ἕνα γραμμόφωνο.
Ἕνα ὁλομόναχο γραμμόφωνο.
Μὰ μπορεῖ καὶ νὰ μὴν ἤτανε γραμμόφωνο
καὶ νά ῾ταν μόνο ἕνα τραγούδι,
ποὺ ζητοῦσε ἕνα γραμμόφωνο,
γιὰ νὰ πεῖ τὸ καημό του.

 Μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρό,
ἦταν ἕνας Ερωτας.
Ἕνας ὁλομόναχος Ἔρωτας

ποὺ γύριζε μὲ μία πλάκα στὴ μασχάλη,
γιὰ νὰ βρεῖ ἕνα γραμμόφωνο
γιὰ νὰ πει τὸ καημό του.

 «Ἔρωτα μὴ σὲ πλάνεψαν
ἄλλων ματιῶν μεθύσια
καὶ μέσ᾿ τὰ κυπαρίσια
περνᾷς μὲ μι᾿ ἄλλη νιά;
Ἔρωτ᾿ ἀδικοθάνατε,
Ἔρωτα χρυσομάλλη,
ἂν σ᾿ εἶδαν μὲ μιὰν ἄλλη,
ἦταν ἡ Λησμονιά».

 Μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρό,
δὲν ἦταν ἕνας ἔρωτας,
δὲν ἦταν ἕνας πόνος.
Ἦταν μισὸς ἔρωτας -μισὸς πόνος-
καὶ μιὰ μισὴ πλάκα,
πού ῾λεγε τὸ μισό της σκοπό:
«Ἔρωτα μὴ σὲ... Ἔρωτα μὴ σὲ...
ἔρωτα μισέ... ἔρωτα μισέ...»

 Θέ μου!
Μὰ δὲ βρίσκεται ἕνα χέρι!
Ἕνα πονετικὸ χέρι,
γιὰ ν᾿ ἀνασηκώσει τὴ βελόνα
καὶ ν᾿ ἀκουστεῖ ξανά,
ὁλόκληρος ὁ Ἔρωτας,

ὁλόκληρο τὸ τραγούδι:
 «Ἔρωτα μὴ σὲ σκότωσαν
τὰ μαγεμένα βέλη;
Ἔρωτα Μακιαβέλλι.

Τὰ μάτια ποὺ σὲ λάβωσαν,
μὲ δάκρυα πικραμένα,
καρφιά ῾ταν πυρωμένα
καὶ μπήχτηκαν βαθιά».



Πάντα απ' τον έρωτα περνούσα, σα να περνάω απ' την φωτιά..
Μάνα, τον έρωτα τον επήρα για άνθρωπο καλό μάγο, ταχυδακτυλουργό που μ ένα κάμωμα του αργό στο λαιμό μου βύθισε εν ατσάλινο σπαθί κι έτσι ακίνητος κι ασυγκίνητος μαζί Μου δειχνε με τόση αρχοντιά μες στα μάτια τα άπειρο κι ύστερα με βιάση καμιά μ έπιασε λιποθυμιά άρχισαν του γάμου οι σκοποί κι ύψωνε τη λάμα του έσμιξε ο ουρανός κι η αστραπή νιότη όμορφη Μάνα, τον έρωτα τον επήρες για άνθρωπο κι εσύ και έμεινε η θέση του χρυσή σε μαξιλάρι θαλασσί Κυριακή απόγευμα τον περίμενες να ρθει κι ας με χτένιζες κάποιο ατένιζες σπαθί Κοίταζες με τόση αρχοντιά μες τα μάτια τα άπειρο μι έπειτα με βιάση καμιά έσπαγες στην ερημιά σαν το δέντρο που χε κοπεί άκουγα το κλάμα σου λόγια του χιονιού σού είχε πει γεια σου, όμορφη

''Ειν' δυνατή σα θάνατος η αγάπη''-Ασμα Ασμάτων


Ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην,
και ποταμοί ου συγκλύσουσιν αυτήν.

Μουσική:Μάνος Χατζιδάκις Ερμηνεία: 
Φλέρυ Νταντωνάκη-Γρ.Ψαριανός .-
Στίχοι:   
Εκκλησιαστικοί

Κραταιά ως Θάνατος Αγάπη    
Τι ωραιώθης και τη ηδυνήθης,
αγάπη, εν τρυφαίς σου!
Τούτο μέγεθός σου...
Ωμοιώθης τω φοίνικι,
και οι μαστοί σου τοις βότρυσιν.
Είπα: Αναβήσομαι επί τω φοίνικι,
κρατήσω των ύψεων αυτού.

Εγώ τω αδελφιδώ μου,
και επ’ εμέ η επιστροφή αυτού.
Ευώνυμος αυτού υπό την κεφαλήν μου,
και η δεξιά αυτού περιλήμψεταί με.


Υπό μήλον εξήγειρά σε...
Και η δεξιά αυτού περιλήμψεταί με...
Εκεί ωδίνησέν σε η μήτηρ σου...
Ευώνυμος αυτού υπό την κεφαλήν μου...
Εκεί ωδίνησέν σε η τεκούσα σου.

Θες με ως σφραγίδα επί την καρδίαν σου,
ως σφραγίδα επί τον βραχίονά σου.
Ότι κραταιά ως Θάνατος Αγάπη,
σκληρός ως Άδης Ζήλος.
Περίπτερα αυτής περίπτερα πυρός, φλόγες αυτής.
Ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην,
και ποταμοί ου συγκλύσουσιν αυτήν.

''Ασμα ασμάτων ''


Το Άσμα ασμάτων είναι ένα από τα πιο γνωστά βιβλία της Αγίας Γραφής, αλλά λίγοι γνωρίζουν ότι πρόκειται για ένα ερωτικό ποίημα, που δημιουργήθηκε κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. μάλλον από το βασιλιά Σολομώντα. 
Το ποίημα «Ασμα Ασμάτων» αποτελείται από 117 στίχους και θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά θρησκευτικά κείμενα.
 

Ασμα Ασματων, στιχοι

Όμορφη, όμορφη, όμορφη που “σαι αγάπη μου.
Τι όμορφη που είσαι.
Γλυκιά σαν του περιστεριού και τρυφερή η ματιά σου. Καμιά από τις όμορφες δεν παραβγαίνει εμπρός σου.
Εσύ “σαι κρινολούλουδο κι” εκείνες είναι αγκάθια.


 Ίδια με κόκκινη κλειστή τα κόκκινα σου χείλη.
Σα ρόδι που το κόψανε στη μέση μού φαντάζει πίσω από το πέπλο σου το ροδομάγουλο σου.


Τα δυο σου στήθια μοιάζουνε δίδυμα ζαρκαδάκια που να βοσκήσουν βγήκανε μες στα ανθισμένα κρίνα.
Φίλα με, φίλα με, μ” όλα τα φιλιά που έχεις μες στο στόμα, μέθα με στης αγκάλης σου το πιο γλυκό κρασί, και το όνομα σου άρωμα, μύρο χυμένο κάτω.


Όλων των μύρων τ” άρωμα και η ευωδιά είσαι εσύ. Ναι, πιο πολύ κι” από το κρασί μεθώ όταν μ” αγγίζεις. Να σ” αγαπάνε, άντρα μου, αυτό μονάχα αξίζεις. 


Όμορφη, αψεγάδιαστη είσαι αγαπημένη. Αχ, μου “χεις κλέψει την καρδιά μου, αγάπη μου, αδελφή μου, μ” ένα σου βλέμμα μοναχά, μια χάντρα στο λαιμό σου.
Μέλι κερήθρας στάζουνε τα δυο γλυκά σου χείλη, μέλι και γάλα αργοκυλούν στη γλώσσα σου από κάτω. 


 Κήπος κλειστός, ολάνθιστος είσαι αγαπημένη, πηγή με γάργαρο νερό. Παράδεισος από δροσιές, παράδεισος από ροδιές το κάθε σου αυλάκι.

Κανέλα, μοσχοκάλαμο κι” ο νάρδος με τον κρόκο, και ρίζες αρωματικές του Λίβανου και σμύρνα και αλόη, και όποιο μύρο πεις, σε “σένα ευωδιάζουν.


Σήκω Βοριά, έλα Νοτιά, φύσα τα κλωνιά μου, να ξεχυθούν, να σκορπιστούν παντού οι ευωδιές μου. Σήκω Βοριά, έλα Νοτιά φυσήξτε τα κλωνιά μου να ξεχυθούν, να σκορπιστούν παντού τα αρώματά μου.


Σήκω Βοριά, έλα Νοτιά, φυσήξτε τα κλωνιά μου να ξεχυθούν, να σκορπιστούν παντού τα αρώματά μου.


Κι” ας κατεβεί ο άντρας μου στο κήπο που “ν” δικός του, για να γευτεί όποιο καρπό απ” τα κλαδιά του θέλει, για να γευτεί όποιο καρπό απ” τα κλαδιά μου θέλει.
 Η Ειρήνη Παππά απαγγέλλει από το Άσμα
Ασμάτων του Σολομώντα, 4ος αιώνας, π.Χ. Η
μετάφραση και ποιητική απόδοση ανήκει στον
Λευτέρη Παπαδόπουλο και η μουσική στον
Βαγγέλη Παπαθανασίου (δίσκος "Ραψωδίες",1986

Ἰάκωβος Καμπανέλλης - Ἄσμα Ἄσμάτων

Το 'Ασμα 'Ασμάτων ,ανήκει σ' ένα απο τα τέσσερα τραγούδια του έργου -Mαουτχάουζεν (The Balad of Mauthausen) ονομάστηκε ο κύκλος τραγουδιών τουΜίκη Θεοδωράκητα οποία αποτελούν μελοποίηση -κατά κύριο λόγο- του αφηγηματικού έργου Μαουτχάουζεν του Ιάκωβου Καμπανέλληστο οποίο περιγράφεται ο έρωτας δύο κρατουμένων στο ομώνυμο στρατόπεδο συγκέντρωσης.


ΙΑΚΩΒΟΣ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ  " ΑΣΜΑ

 ΑΣΜΑΤΩΝ "
Τι ωραία που είν’ η αγάπη μου
με το καθημερνό της φόρεμα
κι ένα χτενάκι στα μαλλιά.
Κανείς δεν ήξερε πως είναι τόσο ωραία.
 
Κοπέλες του Άουσβιτς,
του Νταχάου κοπέλες,
μην είδατε την αγάπη μου;
 
Την είδαμε σε μακρινό ταξίδι,
δεν είχε πιά το φόρεμά της
ούτε χτενάκι στα μαλλιά.
 
Τι ωραία που είν’ η αγάπη μου,
η χαϊδεμένη από τη μάνα της
και τ’ αδελφού της τα φιλιά.
Κανείς δεν ήξερε πως είναι τόσο ωραία.
 
Κοπέλες του Μαουτχάουζεν,
κοπέλες του Μπέλσεν,
μην είδατε την αγάπη μου;
 
Την είδαμε στην παγερή πλατεία
μ’ ένα αριθμό στο άσπρο της το χέρι,
με κίτρινο άστρο στην καρδιά.
 
Τι ωραία που είν’ η αγάπη μου,
η χαϊδεμένη από τη μάνα της
και τ’ αδελφού της τα φιλιά.
Κανείς δεν ήξερε πως είναι τόσο ωραία.
(Φαγιούμ -Δημήτρης Αργυρίου)

 Μιλτιάδης Μαλακάσης, Άσμα Ασμάτων


‘Ελα και γείρε το τετράξανθο κεφάλι

Μες στη λαχταρισμένη μου αγκαλιά.


‘Εχω τραγούδια να σου πω και πάλι,


Τώρα που δε σε νανουρίζουν τα πουλιά



Η νύχτα, ιδές, γυρνά μαυροντυμένη


‘Ολα σιωπηλά κοιμούνται γύρω,


‘Ελα, ακριβή μου, ονειροπλανεμένη,


Να με μεθύσεις με τ’ απόκρυφό σου μύρο.


‘Ελα τραγούδι να σου πω και πάλι˙


‘Ελα και γείρε το τετράξανθο κεφάλι


Μες στη λαχταρισμένη μου αγκαλιά˙


Τώρα που δε λαλούνε τα πουλιά,


‘Ελα τραγούδια να σου πω και πάλι.


 Άσμα Ασμάτων (το προανάκρουσμα σε

μετάφραση Γιώργη Έξαρχου)

Μ’ έχει φιλήσει με φιλιά απ’ το δικό του στόμα


Τι πιο γλυκά κι απ’ το κρασί είναι τα δυο βυζιά 


σου

Το άρωμα που εσύ φοράς όλα τα ξεπερνάει


Κι απλώθηκε σαν άρωμα παντού το όνομά σου


Γι’ αυτό κι όλες οι νεαρές κοπέλες σε αγαπήσαν


Πίσω σου ξαμολήθηκαν, τρέχουνε στο άρωμά 


σου

Ο βασιλιάς με έμπασε στο υπνοδωμάτιό του


Χαρούμενα κι ευχάριστα μαζί σου θα περνάμε


Απ’ το κρασάκι πιο πολύ γουστάρω τα βυζιά σου


Ξέρεις στα ίσα σου μιλώ, σε έχω αγαπήσει.


Άσμα Ασμάτων, σε μετάφραση Γ. Σεφέρη
Πότε γράφτηκε το «Ασμα Ασμάτων»; 

Σημειώνει στον πρόλογό του ο Σεφέρης: «… η 

εποχή της συναρμολόγησης του ποιήματος 

πρέπει να είναι ο Δ’ π.Χ. αιώνας. Τότε ένας 

Ιεροσολυμίτης συντάκτης με εμμονή την 

ανάμνηση του Σολομών ενσωμάτωσε διάφορα 

ιουδαϊκά κομμάτια με στοιχεία από το Μοάβ ή 

και από τη Συρία σ’ αυτό το σύνολο, όπου είναι 

αισθητές και οι ελληνικές επιρροές».

Γράφτηκε σε εβραϊκή -αραμαΐζουσα (σημιτική) 

γλώσσα και μεταφράστηκε στην ελληνιστική 

από τους «Εβδομήκοντα», μια επιτροπή από

 Ιουδαίους ελληνιστές.

Προσθέτει ο Σεφέρης:

«Δεν νομίζω πως χρειάζεται, ούτε είναι δουλειά

 μου, να επιβαρύνω αυτό το σημείωμα με 

περισσότερες φιλολογικές λεπτομέρειες. Μόνο 

θα έπρεπε να προσθέσω πως το Ασμα, μολονότι

 ξεκίνησε από την ποιμενική Αφροδίτη και 

υμνεί με πάθος εξαιρετικά έντονο τον ερωτικό 

πόθο και τη λαχτάρα του αποχωρισμένου από 

τον αγαπημένο του, μολονότι δεν μνημονεύει

 διόλου τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό, 

βρήκε ωστόσο -όχι χωρίς συζητήσεις είναι 

αλήθεια- μια θέση στον Κανόνα της Παλαιάς 

Διαθήκης».

Το «Ασμα» είναι ένα γαμήλιο τραγούδι, που 

βλάστησε σ’ έναν ποιμενικό λαό, τον λαό της 

Παλαιστίνης. Τα δε πρόσωπα που 

πρωταγωνιστούν είναι η Νύφη, ο Αντρας και ο

 Χορός από γυναίκες ή και άντρες. Μερικοί 

στίχοι:

«Να με φιλήσει»…

«Η Νύφη: Να με φιλήσει με τα φιλιά του 

στόματός του! / Η αγκάλη σου είναι πιο καλή

 από το κρασί / κι η ευωδιά των μύρων σου απ’ 

όλα τα αρώματα / μύρο χυμένο τ’ όνομά σου / 

γι’ αυτό σ’ αγαπούν οι κοπέλες. / Πάρε με, 

τρέχουμε πίσω σου! (…) Ο Αντρας: Ομορφη που

 είσαι αγαπημένη, / όμορφη που είσαι. / Τα 

μάτια σου είναι περιστέρια». «Η Νύφη: 

Ομορφος που είσαι αγαπημένε, / πόσο μεστός. 

Η κοίτη μας είναι φυλλωσιά».

Ως βουκολικό ποίημα το «Ασμα Ασμάτων» 

περιέχει εικόνες που θα ξένιζαν μια κοπέλα των

 ημερών μας, αν άκουγε τον αγαπημένο της να 

παρομοιάζει τα μαλλιά της με «…κοπάδι γίδια /

 που ροβολούν απ’ το Γαλαάδ», τα δόντια της 

«… προβατίνες κουρεμένες / που ανέβηκαν απ’ 

το λουτρό», ενώ τα βυζιά της «δυο νεβροί/ 

δίδυμοι της ζαρκάδας/ που βόσκουν μες στα

 κρίνα».

Ακολουθούν ωστόσο στίχοι που αντέχουν σε 

όλους τους καιρούς: 
«Η αγκάλη σου είναι πιο 

καλή από το κρασί/ κι η ευωδία των μύρων σου 

απ’ όλα τα αρώματα./ Μέλι στάζει απ’ τα χείλη 

σου νύφη/ μέλι και γάλα κάτω από τη γλώσσα 

σου/ κι η ευωδιά της φορεσιάς σου σαν την 

ευωδιά του Λιβάνου».

''απόσπασμα από το άρθρο του ΔΗΜΗΤΡΗ 

ΓΚΙΩΝΗ “ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ, ΤΟ ΥΠΕΡΟΧΟ”
εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 2/1/2010
''Ασμα Ασμάτων ''-Λευτέρης Παπαδόπουλος 
Οκτώβρης 1994-Στον πρόλογο του βιβλίου του,ο Λ.Παπαδόπουλος ,αναφέρει :«Δεν είχα σκεφτεί ποτέ να “μεταφράσω” το Άσμα Ασμάτων. 
Μ’ έσπρωξε σ’ αυτό η Ειρήνη Παπά, που ονειρευόταν να μελοποιηθεί το ποίημα και να παρουσιαστεί στη σκηνή από την ίδια, δύο τραγουδιστές και χορό (που να ‘ξερε ότι στους αρχαίους χρόνους απαγορευόταν να τραγουδιέται το το Άσμα και ο Ραβή Ιωχανάν Μπεν Νουρή έλεγε πως όποιος στρογγυλεύει τη φωνή του, διαβάζοντάς το, δεν έχει μερίδιο στη μέλλουσα ζωή...).

Άρχισα να μεταφράζω το Άσμα το Μάη του 1985. Το έργο, σε μια πρώτη μορφή, το τελείωσα στις 24 του ίδιου μήνα. Έκτοτε και ίσαμε σήμερα, που πήρε την οριστική του μορφή, το “πάλευα”, το άφηνα, το ξανάπιανα. Μεγάλο ρόλο στο να αποφασίσω να το βγάλω σε βιβλίο έπαιξε ο ποιητής Θανάσης Νιάρχος. Ο ίδιος έριξε και την ιδέα να το εικονογραφήσει ο Αλέκος Φασιανός.

Ευχαριστώ την Ειρήνη, το Θανάση, τον Αλέκο και τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη για τη συγκίνηση που μου ‘δωσαν όταν πήραν στα χέρια τους τα χειρόγραφά μου, τα διάβασαν και είπαν όλοι τον καλό τους λόγο. Μα πιο πολύ ευχαριστώ τη γυναίκα μου, Ραία Μουζενίδη, που αγάπησε βαθιά αυτό το έργο και το ‘χε στο ζεστό κόρφο της, από την αρχή, σαν μικρό παιδί.



Πορτραίτα -Φαγιούμ 



Ο ύμνος της Αγάπης          http://pyroessa-logotimis.blogspot.gr/2013/04/blog-post_28.html